Κυριακή, Ιουνίου 15, 2014

Ημικρανία #1

Τόσο κοντά οι κεραυνοί που σε τυφλώνουν. Δεν ξέρω ποιος είσαι συ που ουρλιάζεις μέσα στο καλοκαίρι, τι ψάχνεις, τι σου έκλεψαν αλλά θα θελα να μαι μαζί σου.

"Θέλω να σου ψιθυρίσω, μην πονάς πια, ξέχνα τα όλα, ταξίδεψε φύγε. Η ζωή προχωράει." Είπε ένας αποτυχημένος αυτόχειρας και συ γέλασες, γιατί είπες δεν έχεις πια τίποτα να προστατεύσεις.

Πόσο τρομακτική επιστήμη διάλεξα. Τη γλώσσα. Οι άνθρωποι φοβούνται τις λέξεις περισσότερο από τον πόλεμο. Μη το πούμε σχέση. Μην πεις σ' αγαπώ. Θα σε πουν ευαίσθητο. Μην πεις μου λείπεις. Θα σε πούνε εξαρτημένο. Και την εξάρτηση από τα γαμημένα γεμάτα εξόδους Σαββατόβραδα ρε μαλάκα; Πως τη λες; Ζωάρα;

Ο κόσμος της πρέζας, του καταναλωτισμού, των χαρτογιακάδων μιλάει για εξάρτηση και ταμπέλες. Ο ίδιος κόσμος που κρεμάει ταμπέλες με τιμές παντού δεν δέχεται τα ονόματα. Ρε δουλευόμαστε ή εγώ ζω σε παράλληλο σύμπαν;

Και η βροχή συνεχίζει. Στ αρχίδια της όλα. Κοπανάει κεραυνούς μπας και ξυπνήσουμε από τον λήθαργο της κενότητας.

Όχι όχι, δε βγαίνει νόημα απ όσα γράφω, λείπει η λογική συνέχεια απλά μπούκωσα ρε παιδί μου πως το λένε. Βαρέθηκα. Ούτε να κλάψω δεν μπορώ πια. Ο χρόνος περνάει, δεν ξέρω τι μου μένει. Δεν με νοιάζει ίσως πια.

Τι ψάχνω; Δεν ξέρω πια. Ο θάνατος σταμάτησε να με φοβίζει και ο έρωτας ανύπαρκτος. Για πες Freud. Τι μένει;

Θα θελα... Θα θελα... Να σταματήσει να μου μαστιγώνει το κεφάλι αυτή η μαλακία.

"Πάρε παυσίπονο".
"Θα πάρω. Πολλά."