Τετάρτη, Νοεμβρίου 30, 2011

Σκάκι

Δεν έμαθα ποτέ μου να παίζω σωστά. Ξέρεις, όσο περισσότεροι κανόνες τόσο η μνήμη μου πεισμώνει. Είναι κάπως αστείο. Γελοίο θα έλεγα. Πελαγώνω μπροστά στο άσπρο και στο μαύρο και αναρωτιέμαι, που είναι τα άλλα χρώματα;

Μην με παρεξηγείς. Φταίει το κρασί το αποψινό. Όχι, εντάξει δεν ήπια πολύ. Αν έπινα πολύ θα έγραφα κάτι σπουδαίο. Τώρα... λόγια της οκάς να ξεγελάσω τους νυχτερινούς πειρασμούς. Ένα ανελέητο μαστίγωμα του μυαλού μου για να δω που στο διάολο παράπεσαν οι σκέψεις που οργανώνουν τη ζωή μου. Να σου πω ότι τις βρήκα; Μπορεί και να μην τις είχα ποτέ. Μπορεί να τις είχα και όντως να παράπεσαν. Μπορεί να τις έκανα προσάναμμα πριν γεννηθούν ή να γεννήθηκαν και να με σκότωσαν. Άρα εγώ είμαι η σκέψη που παράπεσα στο μυαλό αυτού που θα πρεπε να ναι η σκέψη μου;

Πνίγηκα στο μπέρδεμα και μάτωσα. Ή μάτωσα στο πνίξιμο που μπερδεύτηκα. Ή μπερδεύτηκα στο αίμα που έπνιξα. Σοβαρά τώρα. Όχι σοβαρά, θέλω μια λέξη για τον χρόνο. Ξέρεις, σαν ξόρκι. Έλα τώρα... άσε τις ιστορίες λογικής. Εδώ μιλάμε σοβαρά. Μαγεία φίλε μου. Μαγεία....Αγοράζω όσο όσο. Θέλω κάτι να συμβεί. Πρέπει κάτι να συμβεί.

Πρέπει και θέλω και θα συμβεί. Κι αν δεν συμβεί, συνέβη. Κι αν συνέβη συμβαίνει και αν δεν συμβαίνει θα συμβεί εκτός αν συνέβη και που ξέρεις.... Χρόνος είναι και πηδιέται με ότι βρει... Είναι ωραία η μοναξιά. Αρκεί να την μοιράζεσαι. Μάλλον. Μπορεί. Ίσως. Πάλι χάζεψα στην ίδια θέση να κοιτάω τα ντουβάρια. Έχει κρύο εδώ μέσα. Όχι;

Πάω πάσο. Ψευδαίσθηση. Ούτε πρώτη ούτε τελευταία φορά θα ναι. Ένοχη. Στην πυρά. Ναι ναι... Στην πυρά μπας και ζεσταθούμε στο χάσιμο, το πνίξιμο, το φανέρωμα, τον ήλιο, τη σελήνη, την παρούσα απουσία, την απούσα παρουσία, τα λογοπαίγνια, την ψυχή μου. Την ποια; Α ναι. Που είναι...Κάτσε να δεις....Ξέχασα. Δεν έχω τσέπες. Κάπου στο πορτοφόλι θα ναι...

Ποια παίζουν πρώτα; Τα άσπρα ή τα μαύρα;





Δευτέρα, Νοεμβρίου 28, 2011

...And Other Stories

Ένα ατελείωτο βαλς η Αθήνα. Ζει την μελαγχολία στις Κυριακές της και αδειάζει τους δρόμους σαν κάτι να φοβάται... Είναι το σκοτάδι; Είναι η ομίχλη; Η υγρασία; Μήπως απλά το κρύο;

Και είναι όμορφα. Είναι πολύ όμορφα να μπορείς να ακούσεις ακόμα και έναν ψίθυρο κάτω από την Ακρόπολη. Κι ας έχει κάγκελα γύρω γύρω να θυμίζουν τις φυλακές σου. Ξέρω ναι, δεν έχει μόνο η μοναξιά τη γοητεία της αλλά ποιος θα μπορούσε να αρνηθεί την έστω και ανεπαίσθητη ανάγκη που μπορεί να κρύβουμε για εκείνη εν τέλει;

Νομίζω θα κοιτάζω το πληκτρολόγιο αφηρημένα για πολλή ώρα ακόμα. Ίσως ήρθε η ώρα να δώσω λίγη ηρεμία και στον δρομέα που δε λέει να σταματήσει να αναβοσβήνει προκλητικά. Αγαπητέ μου, έχω πολλές σκέψεις και οι λέξεις με πρόδωσαν.

Και να φανταστείς ότι είχα στο μυαλό μου ένα κτήριο και γι αυτό ήθελα να γράψω... Δε βαριέσαι; Άλλη φορά.

Σας ευχαριστώ όλους για τις ευχές σας... Μα δε με λένε Στέλλα. Στην πραγματικότητα, το Estella, δεν έχει καμία σχέση με το πραγματικό μου όνομα! Σε κάθε περίπτωση, κρατάω τη θετική σας διάθεση και σας ευχαριστώ για τα mail....

Χαιρετώ.



Πέμπτη, Νοεμβρίου 24, 2011

Έρωτας στα Χρόνια του Πρόζακ

Μ ένα έθνος βυθισμένο στην μαστούρα της καταστροφολογίας και μια γενιά απογοητευμένη απ όλα...τι μένει; ΠΡΟΖΑΚ Πως καταντήσαμε ρε πούστη μου; Να θαυμάζουμε τους άντρες σαβουρογάμηδες και τις γυναίκες "μετρό". Τι τις ποιες; Αυτές που όταν δεν έχουν από που να πιαστούν ανοίγουν τα πόδια. Και είναι κι άλλοι....

Και είναι δύσκολο. Όχι όχι... είναι δύσκολο να σαι σχιζοφρενής πίστεψε με γιατί δε τα βγάζεις πέρα με κανέναν! Είναι όλοι καταθλιπτικοί και δε νοιάζονται ούτε για σένα ούτε και για τις 10 προσωπικότητες που κουβαλάς στο μάτι... ΠΡΟΖΑΚ.


Κάπου στο τέρμα και ο έρωτας που άφησε τα βέλη κι έπιασε πληκτρολόγιο μπας και μας προλάβει. Τι να προλάβει έτσι που τα κάναμε... Γέλα ρε. Σου μείνανε τα τόξα καβάτζα. Μαλάκα και συ. Νικήθηκες από ένα χαρτάκι. Χαρτάκι είπα ή χαπάκι; Χαπάααααακι. ΠΡΟΖΑΚ. 


Πες μου, τι πίνουνε οι σκιές και μάθανε να κρύβονται. Τι παιχνίδι έστησε το σκοτάδι στο φως, πες μου, πες μου... Γιατί δεν χτυπάνε τα όνειρα το κεφάλι σου και χτυπάει το άγχος την καρδιά σου; Κρατάς μαχαίρι; Όχι τώρα. Όχι όχι όχι... Περίμενε. Όταν δε θα κοιτάζω. Τώρα ξέρω. Τώρα τι με νοιάζει; ΠΡΟΖΑΚ


Είμαι τα πάντα. Είμαι... Είμαι δοχείο εκτόνωσης,
 είμαι το φάρμακο για τις ανασφάλειες που σου φύτεψε στο κεφάλι το lifestyle,
 είμαι... είμαι η ψυχολόγος σου,
 η φίλη σου
 η γκόμενα σου
 είμαι ο καθρέφτης σου,
 ο ψεύτης σου, η θλίψη σου,
 η χαρά σου...
Είμαι...ΠΡΟΖΑΚ.

 Και γιατί;
 να μαι πάντα εκεί
όταν ο άλλος σου γαμάει τη ζωή;
 ΓΙΑΤΙ;

Και τώρα ησυχία. Φύγανε όλοι. Έφυγε κι αυτός. Έφυγε. Τι ώρα είναι άργησα; Άργησα. Να φύγω ξέχασα. Και τώρα τι...; Όταν όλοι λείπουν και μένεις μόνος; Φεύγεις και συ ή είσαι ήδη η φυγή;

Σκάσε... Μίλα μου λίγο.. Μείνε... Φύγε... Μείνε λίγο...






Μην μ' αγγίζεις σου λέω γιατί
Θέλω να μ' ακουμπήσεις
Μίσησε με, χρειάζομαι λίγο
να μ' αγαπήσεις
βούλωσε το.
Μπορείς την καρδιά σου
να μου ανοίξεις;
Δεν θέλω να σε ξαναδώ ποτέ
Θα μου λείψεις...(*2)

Τι ακριβώς ζητάτε από εμένα??
Πείτε μου...
Εγώ δεν το ζω στο δρόμο
Εγώ λέω το δρόμο δείχ' τε μου...
Έχω χαθεί και κανείς άλλος δεν ευθύνεται
Μα δεν θα σας το πω όσο πολύ και αν θέλω να μείνετε...

Ίσως έτσι να το κάνετε, με πιάνετε,
τουλάχιστον ο νους μου έτσι το αντιλαμβάνεται.
Όσες φορές ζήτησα κάτι
τις περισσότερες από αυτές μου γυρίσατε την πλάτη...

Αντιθέτως, ό,τι αποστρέφομαι, ό,τι απεύχομαι
και με κάνει να καταστρέφομαι
όλοι πρόθυμοι να το προσφέρετε
χαμογελώντας με χαμόγελα αινιγματικά

Σαν της Τζοκόντας και όντας ετών 25
μπορώ στάνταρ να σου πώ
πως πιο εύκολα βρίσκεις χόρτο
από ειλικρινές σ' αγαπώ
τόνοι και από τα δύο αν μπουν στον οργανισμό σου
εντέλει δεν ξέρω πιο περισσότερο σε μαστουρώνει

Για αυτό φύγε και άσε με να γράψω
θέλω στο χαρτί και όχι πάνω σου να ξεσπάσω
σου λέω με την ελπίδα πως θα μείνεις εδώ,
στην αγκαλιά σου να με αφήσεις να κλάψω

Σε σιχαίνομαι, ποτέ δεν σ' αγάπησα
σε λατρεύω να πας να γαμηθείς με όποιον βρεις
Θεέ μου ζηλεύω

Θέλω να ανέβω στην κορυφή,
βρείτε μου τρόπο για να κατέβω
γουστάρω την ζωή μου απλή
και λατρεύω να την ανακατεύω

Προτιμάω από εσένα τσουλάκι
να γαμάω όποια βλέπει το μάτι μου
ποια είσαι εσύ γαμώτο;
και τι κάνεις στο κρεβάτι μου;
Που είναι η αγάπη μου;


Θέλω να βγω, να πιω έναν καφέ.
Θέλω μόνος μου σπίτι να μείνω
Θέλω να συνεχίσω λίγο ακόμα
αυτό το κουπλέ
Γεια χαρά, σε αφήνω...

Δευτέρα, Νοεμβρίου 21, 2011

Σκόρπια Πέταλα

Λίγα ροζ, λίγα κόκκινα, λίγα λευκά... Αν όλα κρύβουν μια ιστορία, τότε ποια να ναι η δική τους; Ίσως μια απογοήτευση, ένας χωρισμός, μια γλυκιά προσμονή ή λίγος αυθορμητισμός από το πουθενά. Μα τι σημασία έχει τώρα που κείτονται έτσι παγωμένα στον βρώμικο πεζόδρομο;

Θέλω να ξεκινήσω μια φωτιά. Έτσι για πλάκα, να κάψω όλα τα νεκρά πέταλα του κόσμου. Έτσι να δω, πόσο κόκκινο αντέχει το τζάκι μου. Να δω, αν αντί για στάχτη θα κερδίσω λίγο αίμα λουλουδιών. Λένε ο Νοέμβριος είναι ο καλύτερος μήνας για τις τριανταφυλλιές. Αν είναι για τα άνθη... Θα ναι και για τ αγκάθια.

Πάλι αγκάθια και αίματα σκέφτεσαι; Όχι. Όχι καμία σχέση.
Τότε; Τότε τι;
Τότε πες μου τι σκέφτεσαι... Κρατάς μυστικό;





Σάββατο, Νοεμβρίου 19, 2011

Ένα Άγραφο Μυθιστόρημα

(...)

Πες μου, σε διάβασα σωστά; Μα πως... Το ανθρώπινο πρόσωπο, ανώτερο και από την πληρέστερη σελίδα κρύβει περισσότερα, αποκρύπτει περισσότερα. Εκείνη με διάπλατα μάτια κοιτάζει έξω. Και στο ανθρώπινο μάτι- αλήθεια πως θα το όριζες;- ένα ρήγμα- μια διαίρεση τέτοια ώστε όταν συλλάβεις το κοτσάνι, η πεταλούδα έχει ήδη πετάξει- ο σκόρος πλέον είναι που κρέμεται από το κίτρινο λουλούδι- κουνήσου, σήκωσε το χέρι σου, πιο πέρα, ψηλά, μακριά. Δεν θα το κάνω. Ακινητοποιούμαι. Τρέμω. Ζωή, ψυχή, πνεύμα, ότι και να είσαι από την Μίνι Μαρς, το ίδιο είμαι και γω στο δικό μου λουλούδι- το κοράκι πάνω από τα χαμηλότερα των χαμηλότερων- μόνη, διαφορετικά ποια θα ήταν η αξία της ζωής; Να ανυψωθείς. Να μείνεις ακίνητος το βράδυ, το μεσημέρι. Να μένεις ακίνητος πάνω από τα χαμηλά. Το τρεμούλιασμα εκείνο του χεριού- ανύπαρκτο τη μία, την άλλη να το! Ύστερα επανέρχεται και ισορροπεί. Μόνος, αόρατος. Διακρίνοντας την εικόνα των τελματωμένων, όλα τόσο θαυμαστά. Κανείς δεν κοιτάζει, κανείς δεν νοιάζεται. Τα μάτια των άλλων οι φυλακές μας. Οι σκέψεις τους, κλουβιά μας. Αέρας πάνω, αέρας και κάτω. Το φεγγάρι και η αιωνιότητα... Ω πως σωριάζομαι στην χλόη! Είσαι άραγε και συ εκεί και κάτω, εσύ στη γωνία, πώς σε είπαμε γυναίκα;- Μίνι Μαρς. Τι όνομα είναι αυτό; Να τη, πάνω στο άνθος της. Ανοίγει την τσάντα της και βγάζει ένα κούφιο όστρακο- ένα αυγό- ποιος είπε ότι τα αυγά είναι φτηνότερα; Εσύ ή εγώ; Ω μα εσύ το είπες στην επιστροφή, δε θυμάσαι; Όταν ο ηλικιωμένος κύριος άνοιξε ξαφνικά την ομπρέλα του, ή μήπως φταρνίστηκε τελικά; Τέλος πάντων, ο Κρούγκερ έφυγε, και συ επέστρεψες στο σπίτι σου από τον "πίσω δρόμο", αχρηστεύοντας τις μπότες σου. Ναι. Και τώρα, έχεις θέσει στα γόνατα σου ένα μαντηλάκι για να πετάς τα γωνιώδη θραύσματα από το τσόφλι. Θραύσματα ενός χάρτη. Ενός παζλ.Πόσο θα θελα να τα ενώσω...!

 (...)

Μεταφράζοντας Virginia Woolf. Απόσπασμα από το διήγημα "An unwrittern Novel" που εμπεριέχεται στην συλλογή "A Haunted House and Other Short Stories".
Ελπίζω να σας άρεσε.


Δευτέρα, Νοεμβρίου 07, 2011

Η ανηφόρα

Δεν ξέρω εάν συμβαίνει και σε εσάς αλλά ναι έχω κάποια όνειρα τα οποία είναι μάλλον επαναλαμβανόμενα ως μοτίβα. Ένα από αυτά, είναι μια γιγάντια ανηφόρα. Κάθε φορά που βρισκόμουν μέσα σε κάποιο αυτοκίνητο να την ανεβώ πάντα εκείνο έφευγε πίσω και κατέληγα να παρασύρομαι μαζί του μέχρι να ακουστεί το μεγάλο μπαμ και να ξυπνήσω. Ίσως φαίνεται μάλλον αστείο αλλά πιστέψτε με όταν το "ζεις" είναι φρικιαστικό. 

Το Σάββατο το βράδυ όμως ήταν πολύ διαφορετικό. Ήμουν στην αρχή μιας διπλάσιας σε κλίση ανηφόρας,απόκοσμη όπως και η αρχική και ακόμα χειρότερη. Αυτή τη φορά δεν ένιωθα φόβο. Την κοιτούσα για ώρα μέχρι που παίρνω μια βαθιά ανάσα και πατάω γκάζι. Ήθελα να φωνάξω στον εαυτό μου να μην το κάνει. Να με προειδοποιήσω ότι δεν καταλήγει καλά αυτό το όνειρο ποτέ... Μα παρά τον θόρυβο για πρώτη φορά, την ανέβαινα. Όταν έφτασα στην κορυφή σταμάτησα να βλέπω τον εαυτό μου σαν τρίτο πρόσωπο και έγινα ο εαυτός μου. Στη θέση του συνοδηγού είδα εσένα... 

Μου έδειχνες μια παραλία με λευκά κρυστάλλινα νερά (γιατί ήταν τόσο διάφανα κανείς δεν ξέρει) και λεπτό βοτσαλάκι. Είχα χαθεί στην ομορφιά του και στο χαμόγελο σου. "Είδες που άξιζε;" μου είπες... "Άξιζε." Σου απάντησα.